Παρασκευή, Οκτωβρίου 09, 2009

Θα αλλάξει η Άννα Διαμαντοπούλου τη γλωσσική πολιτική του Υπουργείου Παιδείας;

Η τοποθέτηση της Άννας Διαμαντοπούλου στη θέση της υπουργού «Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων» έχει ήδη προκαλέσει τις πρώτες «εθνικές ανησυχίες». Λίγο που ο Γιώργος Παπανδρέου θεωρείται «άνθρωπος των Αμερικάνων» σε αντίθεση με τον υποτιθέμενα πιο «ελληνόψυχο» και «φιλορώσο» Κώστα Καραμανλή, λίγο που καταργήθηκε το Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης (διάδοχο υπουργείο της Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας για την ενσωμάτωση των κατειλημμένων εδαφών μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και προπύργιο εθνικοφροσύνης και αντικομμουνισμού), λίγο που το υπουργείο από «Εθνικής Παιδείας» έγινε απλώς «Παιδείας», ήταν αναμενόμενο τα πατριωτικά πληκτρολόγια να πάρουν φωτιά.

Ειδικά όμως το πρόσωπο της Διαμαντοπούλου ήδη συγκεντρώνει αισθητά περισσότερο τα πυρά του πατριωτικού χώρου. Ο λόγος βέβαια είναι η πρόταση της από το 2001 «να γίνουν τα αγγλικά δεύτερη επίσημη γλώσσα στην Ελλάδα». Ήδη από τότε αποτελούσε κοινή πεποίθηση ότι η πρόταση αυτή συνιστά εθνική προδοσία και προσπάθεια να «πολτοποιηθεί» η ελληνική εθνική συνείδηση μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Η κριτική αυτή, όπως τότε έτσι και τώρα, προέρχεται από τον «πατριωτικό χώρο», όπως πολύ εύστοχα έχει ονομάσει ο Ιός τη Ελευθεροτυπίας τη σύγκλιση σε μια εθνικιστική ατζέντα δυνάμεων που ξεκινούν από την ακροδεξιά και την εκκλησία, περνούν από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και φτάνουν στην αριστερά.

Το πρόβλημα όμως με την τοποθέτηση της Άννας Διαμαντοπούλου στη θέση του Υπουργού Παιδείας δεν είναι κάποια υποτιθέμενα «μειωμένα εθνικά αντανακλαστικά». Είναι σαφές ότι, όταν συζητάμε για τις διαφορές της σοσιαλδημοκρατίας από τη δεξιά γύρω από το ζήτημα του έθνους, δεν έχουμε να κάνουμε με μια άρνηση του εθνικού συμφέροντος από τη σοσιαλδημοκρατία αλλά με μια διαφορετική αντίληψη για το πώς αυτό εξυπηρετείται. Δεν πρόκειται λοιπόν για κάποια σύγκρουση ανάμεσα σε Έλληνες και ανθέλληνες, αλλά για σύγκρουση ανάμεσα σε δύο απόψεις για το πώς εξυπηρετείται το εθνικό συμφέρον. Παρά τις διαφορές στην πολιτική τους, δεξιά και σοσιαλδημοκρατία ξεκινούν από την ίδια ιδεολογική και πολιτική παραδοχή: του έθνους και των ενιαίων συμφερόντων του.

Αντίθετα, η τοποθέτηση της Διαμαντοπούλου σε αυτήν τη θέση θα έπρεπε να προκαλέσει ανησυχίες σε έναν εντελώς διαφορετικό τομέα. Η Διαμαντοπούλου είναι γνωστή για τις θέσεις της υπέρ της νεοφιλελεύθερης αντιμεταρρύθμισης στο χώρο της εκπαίδευσης. Ανέλαβε λοιπόν αυτό το υπουργείο για να προωθήσει αλλαγές όπως τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, τη μετακύλιση του κόστους σπουδών στους φοιτητές και τους σπουδαστές , την παραπέρα υπαγωγή των πανεπιστημίων και ειδικότερα της έρευνας στις ανάγκες των επιχειρήσεων κλπ. Θα είναι δηλαδή , όπως και η Μαριέττα Γιαννάκου παλαιότερα, αυτή που θα προσπαθήσει να εφαρμόσει όλη τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα στην εκπαίδευση. Σε αυτά τα ζητήματα βέβαια ο πατριωτικός χώρος δεν έχει καμία αντίρρηση, μάλιστα επικροτεί και υπερθεματίζει. Σε αυτά τα ζητήματα, επίσης, δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτα θετικό από την Άννα Διαμαντοπούλου.

Στο τομέα όμως του περιεχομένου της εκπαίδευσης και του ρόλου της ελληνορθόδοξης εκκλησίας θα μπορούσαν να υπάρξουν πραγματικές διαφορές από τη συντηρητική και ελληνοχριστιανική ατζέντα των κυβερνήσεων Καραμανλή. Από τον περιορισμό των σκανδαλωδών προνομίων της ελληνορθόδοξης εκκλησίας , συμπεριλαμβανομένης της υποχρεωτικής κατήχησης στο σχολείο μεταμφιεσμένης σε μάθημα, και την ανέγερση τζαμιού στην Αθήνα μέχρι το μετριασμό της εθνικής μυθολογίας στη διδασκόμενη ιστορία και τον περιορισμό της μονογλωσσίας και της αρχαιολατρίας.
Και είναι ακριβώς στη γλωσσική πολιτική, με βάση και τα ειδικά ενδιαφέροντα των «ανορθογραφιών», που θα θέλουμε να σταθούμε. Σε αντίθεση με τους περισσότερους, πιστεύουμε ότι η Άννα Διαμαντοπούλου θα έπρεπε να κάνει πραγματικότητα τους φόβους του «πατριωτικού χώρου», θα έπρεπε να δράσει στα ζητήματα γλωσσικής πολιτικής ακριβώς με βάση τις δηλώσεις και τις δημόσιες τοποθετήσεις της όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Το πρώτο ζήτημα είναι η καθιέρωση της αγγλικής ως δεύτερης επίσημης γλώσσας στην Ελλάδα. Η πρόταση αυτή είχε το νόημα της δραστικής ενίσχυσης της αγγλομάθειας, της εκμάθησης των αγγλικών ως ξένης γλώσσας, στο δημόσιο σχολείο. Παρόλο που τα αγγλικά διδάσκονται στα ελληνικά σχολεία στις περισσότερες τάξεις, ήδη από την Γ’ Δημοτικού, η επιτυχία της διδασκαλίας είναι πολύ περιορισμένη. Όποιος ξέρει αγγλικά στην Ελλάδα, σίγουρα δεν τα έχει μάθει στο δημόσιο σχολείο, τα έχει μάθει κυρίως στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών. Το κόστος των μαθημάτων στα φροντιστήρια συνήθως ξεπερνά τα 100 ευρώ το μήνα, ένα δυσβάσταχτο κόστος που αναπαράγει και δημιουργεί κοινωνικές διακρίσεις. Και πάλι, όμως, τα αγγλικά που μαθαίνουμε στα φροντιστήρια, παρόλο που φέρνουν την Ελλάδα στην αγγλομάθεια σε καλύτερη θέση από τη Γαλλία, την Ιταλία ή την Ισπανία, πολύ απέχουν από το σαφώς υψηλότερο επίπεδο γνώσης που υπάρχει στις σκανδιναβικές χώρες ή την Ολλανδία, όπως φαίνεται τόσο από τις στατιστικές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσο και από την προσωπική εμπειρία του καθένα. Πέρα από τη σύγκριση με άλλες χώρες όμως, το ζήτημα είναι ότι η πλειοψηφία στην Ελλάδα δεν μπορεί να επικοινωνήσει άνετα στα αγγλικά, να συμμετάσχει σε μια συζήτηση ή να ακούσει κάποιον να μιλάει χωρίς να ψάχνει τις λέξεις και χωρίς κενά κατανόησης. Είναι σαφές ότι αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την υιοθέτηση του στόχου της αγγλομάθειας από το –δημόσιο και δωρεάν- σχολείο. Εξάλλου, παρά τις υποκριτικές αποδοκιμασίες για την πρόταση Διαμαντοπούλου, η αγγλομάθεια στα σχολεία και στα πανεπιστήμια ενισχύεται. Ήταν ήδη επί υπουργίας Πέτρου Ευθυμίου που τα αγγλικά στο σχολείο θεσμοθετήθηκε να ξεκινούν από την Γ’Δημοτικού, ενώ ήταν η Μαριέττα Γιαννάκου που έδωσε τη δυνατότητα να διδάσκονται πανεπιστημιακά μαθήματα στα αγγλικά. Τίποτε από αυτά όμως δε έχει τη ριζοσπατικότητα και την αποτελεσματικότητα της πρότασης Διαμαντοπούλου. Αρκεί να μην την έκανε απλώς για να διαμορφώσει ριζοσπαστικό και καινοτόμο προφίλ, αλλά να θέλει πράγματι να την εφαρμόσει και σήμερα ως υπουργός.

Ένα δεύτερο ζήτημα, λιγότερο γνωστό, είναι η στάση που κράτησε η Άννα Διαμαντοπούλου στην παρέμβαση από την κυβέρνηση Καραμανλή για να σταματήσουν οι διαπολιτισμικές δράσεις στο 132ο Δημοτικό Σχολείο στην Αθήνα. Η ΝΔ απομάκρυνε τη διευθύντρια Στέλλα Πρωτονοταρίου, στην οποία μάλιστα ασκήθηκε και ποινική δίωξη, και σταμάτησε, ανάμεσα σε άλλα, τη διδασκαλία αραβικών και αλβανικών στα παιδιά των μεταναστών και τη διδασκαλία ελληνικών στους γονείς μετανάστες. Τότε, η Άννα Διαμαντοπούλου με ερωτήσεις στη Βουλή, με δελτία τύπου και με συμμετοχή σε εκδήλωση της ΔΟΕ είχε καταδικάσει τη στάση του υπουργείου και είχε στηρίξει τους εκπαιδευτικούς του σχολείου. Θα αποκαταστήσει τώρα τη Στέλλα Πρωτονοταρίου; Θα πάψει η δίωξη εναντίον της; Θα ξαναξεκινήσουν οι διαπολιτισμικές δράσεις του σχολείου; Θα κατοχυρωθεί νομικά η διδασκαλία και της μητρικής γλώσσας των παιδιών μεταναστών , όπως ζητάει τόσο η ΟΛΜΕ όσο και η ΔΟΕ; Η διδασκαλία της μητρικής γλώσσας είναι απόλυτα αναγκαία, τόσο ως βάση για την εκμάθηση της δεύτερης γλώσσας που για πολλά παιδιά μεταναστών είναι η ελληνική, όσο και για την ισότιμη ένταξη και όχι τη βίαιη αφομοίωσή τους στην ελληνική κοινωνία.

Ένα τρίτο ζήτημα είναι η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών από το πρωτότυπο στα σχολεία. Η μεταρρύθμιση Ράλλη είχε περιορίσει τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στο Λύκειο και μόνο. Η ΝΔ, όμως, με τον Μητσοτάκη πρωθυπουργό, το Σουφλιά υπουργό και τον Μπαμπινιώτη πρόεδρο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, επανέφερε τα αρχαία από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο. Παρόλο που ο Αρσένης περιόρισε κάπως τις ώρες, η ΝΔ με τη Γιαννάκου αυτή τη φορά επανήλθε δριμύτερη. Αύξησε τη διδασκαλία τους κατά μία ώρα σε κάθε τάξη του Γυμνασίου και κατά δυο ώρες στην Α΄ τάξη του Λυκείου, κατά μία ώρα στη Θεωρητική Κατεύθυνση στη Β’ Λυκείου και έκανε τη διδασκαλία του Επιτάφιου του Περικλή από το Θουκυδίδη μάθημα Γενικής Παιδείας στην Γ’ Λυκείου. Τα αρχαία ελληνικά από το πρωτότυπο, όμως, με την κεντρική μάλιστα θέση που έχουν στο ελληνικό σχολείο, είναι ένα κατάλοιπο της κυριαρχίας της καθαρεύουσας, καλλιεργούν αρχαϊστικά πρότυπα και δε βοηθούν τους μαθητές να μάθουν καλύτερα τα νέα ελληνικά, συνιστούν ταύτιση της ιστορίας της ελληνικής γλώσσας με την εκμάθηση της αττικής διαλέκτου του 5ου-4ου π.Χ. αιώνα, εμποδίζουν την επικοινωνία του μαθητή –που δε μπορεί να συγκριθεί με τον ερευνητή φιλόλογο- με το περιεχόμενο των κειμένων και στερούν πολύτιμες ώρες από άλλα, αναγκαία αντικείμενα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η Άννα Διαμαντοπούλου και το ΠΑΣΟΚ δεν είχαν πάρει τότε μια σαφή θέση ενάντια στα νεοσυντηρητικά μέτρα της ΝΔ για τη γλώσσα. Αυτό όμως δε δικαιολογεί τη διατήρησή τους, όταν μάλιστα είχαν καταδικαστεί από την εκπαιδευτική και επιστημονική κοινότητα και όταν ήδη η κυβέρνηση Σημίτη, σιωπηρά και στην πράξη, είχε περιορίσει τη γλωσσική αντιμεταρρύθμιση του Σουφλιά. Θα αντιστρέψει λοιπόν η Διαμαντοπούλου τις νεοκαθαρευουσιάνικες παρεμβάσεις της ΝΔ στην εκπαίδευση; Θα πάρει πίσω την ενίσχυση των αρχαίων τόσο από το Σουφλιά όσο και από τη Γιαννάκου, μέτρο που έχει καταδικάσει και η ΟΛΜΕ; Αυτά θα έπρεπε να είναι τα πρώτα βήματα της νέας υπουργού. Τα πρώτα, αλλά όχι τα μόνα. Γιατί τα αρχαία στο σχολείο θα έπρεπε να διδάσκονται, για όσο καιρό διδάσκονται ακόμη, με τη μεθοδολογία που διδάσκονται και οι ξένες γλώσσες, όπως έχει επισημάνει επανειλημμένα ο Εμμανουήλ Κριαράς(που συμπεριλήφτηκε και στο ψηφοδέλτιο επικρατείας του ΠΑΣΟΚ), και όχι σαν μια παραλλαγή των νέων ελληνικών. Και, επίσης, γιατί το τέλος των επιπτώσεων της καθαρεύουσας στην εκπαίδευση θα ήταν η διδασκαλία των αρχαίων μόνο από μετάφραση, ο μόνος τρόπος να ωφεληθεί ο μαθητής από τη μελέτη τους, αντί να μαθαίνει αορίστους β’ και την τρίτη κλίση.

Μια τέτοια νέα γλωσσική πολιτική από τη νέα υπουργό είναι αναγκαία, αλλά δεν είναι επαρκής, αφού δε γίνεται καν λόγος για τα δικαιώματα των ομιλητών των μειονοτικών γλωσσών ή μια νέα ορθογραφική μεταρρύθμιση. Αυτά τα τρία μέτρα, όμως, που περιγράψαμε παραπάνω είναι μια γλωσσική πολιτική που η Άννα Διαμαντοπούλου και το ΠΑΣΟΚ θα μπορούσαν και θα έπρεπε σήμερα να ακολουθήσουν, όχι με βάση το τι θα θέλαμε εμείς σαν «ανορθογραφίες», αλλά με βάση το πώς έχουν πολιτευτεί ως τώρα, τι έχει δημόσια διατυπώσει η νέα υπουργός ως γλωσσική της πολιτική. Οι αντιδράσεις είναι βέβαιες, αλλά θα μπορούσαν να είναι περιορισμένες στο βαθμό που η εκπαιδευτική και ακαδημαϊκή κοινότητα και ειδικότερα τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών προσέφεραν την ενεργή στήριξή τους στη νέα γλωσσική πολιτική. Και τα ίδια τα συνδικάτα βέβαια, παρά κάποιες θετικές ανακοινώσεις, κάθε άλλο παρά είναι αμόλυντα από νεοκαθαρευουσιάνικες και κινδυνολογικές απόψεις για τη γλώσσα. Το ερώτημα όμως είναι πώς θα μπορούσε να οικοδομηθεί μια τέτοια συμμαχία, όταν η Διαμαντοπούλου θα αποξενώσει τους μόνους πιθανούς συμμάχους της με την απεχθή, νεοφιλελεύθερη πλευρά της πολιτικής της. Αυτή η αντίφαση θα είναι και το κυριότερο εμπόδιο για να γίνει αυτή η νέα γλωσσική πολιτική πράξη.

ομάδα «ανορθογραφίες»
9.11.2009


Γίνε μέλος στο σχετικό group στο Facebook.

Άννα Διαμαντοπούλου "Η ξένη γλώσσα ως συστατικό του ανθρώπινου κεφαλαίου"

Διαμαντοπούλου Δελτία Τύπου για 132ο Δημοτικό


Share/Save/Bookmark

13 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Τελικά αξία έχει η επικοινωνία, αδιαφόρως γλώσσας και γραφής ή όταν πρόκειται για την γλώσσα μεταναστευτικής ομάδας τα πράγματα είναι αλλιώς;
Σαν μπερδεμένα μας τα λέτε και μάλιστα με πολλά-πολλά λόγια...

valentin είπε...

Εμείς υπερασπιζόμαστε τα γλωσσικά δικαιώματα όλων, είτε αυτά αφορούν τη διδασκαλία της μητρικής γλώσσας είτε την ισότιμη δυνατότητα εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας.

ομικρον είπε...

Φοβάμαι πως δε θα γίνει τίποτα στο τρίτο ζήτημα. σχετικά με τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής στη δευτεροβάθμια. Θα παραμένει το "σωστικό του έθνους"΄.

valentin είπε...

Για τα αρχαία υπάρχει πάντως μια πιθανότατα θετικών εξελίξεων. Προτάθηκε πρόσφατα από τη νέα κυβέρνηση στον Εμμ Κριαρά να αναλάβει κάποια θέση στο Υπουργείο Παιδείας. Η θέση και ο ρόλος του δεν έχει αποσαφηνιστεί, αλλά πιστεύω ότι η κίνηση αυτό είναι προμήνυμα για αλλαγές στο πόσες ώρες και πώς διδάσκονται τα αρχαία στο σχολείο.

gebre είπε...

Μα καλά, τόσο πολύ μισείτε την ελληνική γλώσσα; Να γράφετε τα επόμενα κείμενά σας στα αγγλικά τότε...

Ανώνυμος είπε...

Την ελληνική γλώσσα δεν την μισεί αυτό το μπλόγκ, αλλά όλοι οι δήθεν πατριώτες, γλωσσαμύντορες, σοφολογιώτατοι κολοκυθούληδες. Αυτοί θέλουν να την καταστρέψουν, αντικαθιστώντας την με το σάπιο κουφάρι της πεθαμένης αρχαίας και την τεχνητή μούμια της καθαρεύουσας. Αυτοί θέλουν να την μαγαρίσουν με ψιλές, δασείες και περισπωμένες, τα περιττώματα της γραφής δηλαδή.
Οχι, εμείς που αγαπάμε πραγματικά τη γλώσσα μας δε θα σας αφήσουμε να την καταστρέψετε. Αρκετά!

Ανώνυμος είπε...

Μόνο που αυτό το μπλογκ θέλει να "ξεμαγαρίσει" τη γλώσσα μας από ολόκληρη την ιστορική ορθογραφία.

kostakoutas είπε...

Εγω θα πρότεινα στην κυρια Διαμαντοπουλου πρωτα να μάθουν τα παιδια σωστα τη γλωσσα τους και μετα να μαθουν και τις ξενες,αναρωτιέμαι ομως..Γιατι τετοια πρεμούρα να γινει η Αγγλικη επίσημη οταν,οι Γερμανοι και λοιποι Ευρωπαίοι κάτοικοι ,δεν το πράττουν αυτο; Μαλλον διακατέχεστε αγαπητοί απο συμπλέγματα κατωτερότητας,δεν μπορει να εξηγηθεί αλλιώς.Κι οσον αφορα τους τόνους,γιατί δεν διαβάζεται κανα κείμενο αριστερών και ειδικότερα μουσικών να μαθετε τη γνώμη αυτών;
Αφήστε...Εχουμε χορτάσει αριστερό και πολυπολιτισμικο πολιτισμό..

ομικρον είπε...

Ενημερώνεται ακόμα η Υπουργός;
Τι απάντησε ο Κριαράς στην πρότασή που του έγινε; Έμαθε τις (γνωστές) απόψεις του για τη διδασκαλία της αρχαίας και τη γλωσσική εκπαίδευση εν γένει;

Κατά τα άλλα, χαίρομαι πολύ την υπεράσπιση των τόνων και κυρίως από όσους καταφεύγουν στο ατονικό

valentin είπε...

Επίσκεψη Παπανδρέου χθες στο σπίτι του Κριαρά. Ο Κριαράς του έθεσε το θέμα της κατάργησης της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο! Άντε με το καλό!

Χαλβάς είπε...

Μας λέτε ότι τα αρχαία ελληνικά εμποδίζουν τους μαθητές από την καλύτερη κατανόηση των νέων ελληνικών. Ο Αδαμάντιος Κοραής είχε πει ότι κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι κατανοεί ή ότι μπορεί να διδάξει τη νέα ελληνική αν δεν κατέχει αρκετά καλά την αρχαία, χωρίς τον οποίο δε θα είχε προετοιμαστεί επανάσταση ποτε. Ποιος ξέρει καλύτερα, ο Κοραής ή εσείς;

Thalamofilakas είπε...

Στο παιδί μου οταν πήγε 1η δημοτικού έδωσαν μια τσάντα με 18 κιλά βιβλία, λές και ο μοναδικος σκοπός του σχολείου είναι να τρίψει τα μυαλά των παιδιών μας στον μπερντέ, και όχι να τους κάνει άνθρωπους. Αυτή η αντίληψη θα συνεχιστεί μέχρι το λύκειο, όπου οι καλοί μαθητές θα γίνουν ηλίθιοι αμόρφωτοι επιστήμονες, και οι κακοί επίσης αμόρφωτοι βιομηχανικοί εργάτες.

Καταργήθηκε η οικονομική ενίσχυση της διδασκαλίας ομογενών ελληνικών στο εξωτερικό, και προωθείται η δημιουργία μαθημάτων στην μητρική των μεταναστών.Τα βιβλία αλλάζουν κάθε 1 ή 2 χρόνια, για να πληρωθούν και οι υπόλοιποι υμέτεροι, τα προγράμματα αλλάζουν κάθε χρόνο, τα τεί θέλουν να γίνουν πανεπιστήμια, την στιγμή που τα πανεπιστήμια γίνονται μπουρδέλα.

Υπάρχει μια διαρκής λυσσαλέα προσπάθεια απο μέρους της πολιτείας για την απαξίωση της παιδείας μας.

Αυτά τα λέω γνωρίζοντας πράγματα, τόσο λόγω της επαγγελματικής μου ιδιότητάς, όσο και του κύκλου που περιλαμβάνει πολλούς εκπαιδευτικούς.

Και τα λέω ως Ελληνας.

Δέν ξέρω γιατί σας πειράζει όλους εσάς τους ψευτοκουλτουριάρηδες το να είναι κανείς Ελληνας, όταν θα ξυπνήσετε όμως χωρίς πατρίδα, θα ξυπνήσετε κι εσείς.

Ξέρω ότι θα απαντήσετε κολώντας μου στο στήθος ένα ταμπελάκι "εθνικόφρωνα", "καρατζαφερικό", "ακροδεξιό" ή ότι άλλο σκεφτείτε.

Ευχαριστώ για τον χρόνο σας.

Χρήστος Αργυρόπουλος είπε...

Με εντελως φιλικη διαθεση, καποιες παρατηρησεις.

Για το ζητημα της Αγγλικης, αλλο η δραστικη και ουσιαστικη ενισχυση της διδασκαλιας τους, και αλλο η αναγωγη της Αγγλικης σε "δευτερη επισημη". Ομολογουμενως, δεν μπορω να αντιληφτω κανενα λογο να γινει δευτερη επισημη. Πολυ λογικοτερο βρισκω να γινουν επισημες σε τοπικο επιπεδο τα Βλαχικα ή τα Μακεδονικα, παρα τα Αγγλικα. Συμφωνοι πληρως για την αναγκη να προαγεται η αγγλομαθεια σε πολυ ικανοτερο βαθμο στα σχολεια, αλλα η αποσταση απο αυτο στην "επισημη γλωσσα" ειναι πολυ μεγαλη. Εξαλλου, και οι χωρες που αναφερετε ως παραδειγματα (Σκανδιναβικες, Ολλανδια) δεν εχουν προχωρησει σε καμια τετοια κινηση. Με καθε φιλικη διαθεση, το να λεμε πραγματα ομολογουμενως ακραια μαλλον απομονωνει ανθρωπους που, αν τα θεταμε πιο μετριασμενα, ισως συμφωνουσαν.

Συμφωνω πληρως σε ολα τα αλλα γλωσσικα ζητηματα που θετετε, αλλα μια αλλη παρατηρηση για το ευρυτερο πνευμα του κειμενου. Ειναι εμφανες οτι κινειστε απο μια αριστερη κατευθυνση, πραγμα που φυσικα ειναι αναφαιρετο δικαιωμα του καθενος. Θα ελεγα ομως οτι ειναι αντιπαραγωγικο να μπλεκετε ευρυτερα πολιτικο-ιδεολογικα ζητημα (τα ατυχη σχολια περι του βδελλυρου "νεοφιλελευθερισμου") σε μια γλωσσικη συζητηση. Μπορει να σας εκπληττει το γεγονος, αλλα υπαρχουν πολλοι "νεοφιλελευθεροι", ή οπως προτιμουμε να αποκαλουμαστε, απλως φιλελευθεροι, που θα ειχαν καθε διαθεση να συμφωνησουν πληρως, ή εστω σε μεγαλο βαθμο, με τα γλωσσικα ζητηματα που βαζετε. Οταν προσπαθουμε να προωθησουμε θεσεις που, ατυχως, ειναι ηδη marginal σε μεγαλο βαθμο, το χειροτερο που μπορουμε να κανουμε ειναι να απομονωνουμε πιθανους συμμαχους μας με ατυχεις χαρακτηρισμους εναντιον ιδεολογιων, οι οποιοι μαλιστα δεν συμβαλλουν στο συζητουμενο ζητημα. Αν και ειναι απιθανο να συγκλινετε ποτε ιδεολογικα με τον φιλελευθερο χωρο, δεν βλεπω γιατι δεν θα μπορουσατε να συμφωνησετε επι ζητηματων, και δεν βλεπω σε τι ωφελει την προωθηση των θεματων που θετετε η λεκτικη απωθηση καποιου πολιτικου χωρου.

Να ειστε βεβαιοι οτι οσο απεχθεις σας ειναι οι φιλελευθερες ιδεες, αλλο τοσο απεχθεις μου ειναι οι (ευρυτερα) σοσιαλιστικες. Αν ομως ξεκινησω να γραψω ενα γλωσσικο κειμενο, δεν θα ξεκινησω κοβοντας την διαθεση σε καθε αριστερο να το διαβασει.

Με ειλικρινα φιλικη διαθεση...