Γ. Κορδάτος: Για την ορθογραφική μεταρρύθμιση
Ο Γιάνης Κορδάτος (1891-1961) υπήρξε μαρξιστής ιστορικός, συγγραφέας του βιβλίου "Η Κοινωνική Σημασία της της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821" (1η εκδ, Αθήνα 1924). Έγραψε εκτενώς και για το γλωσσικό ζήτημα. Εξέδωσε το 1927 (Αθήνα) το βιβλίο "Δημοτικισμός και Λογιωτατισμός" και τη δεύτερη έκδοσή του με σημαντικές αλλαγές το 1943 (Αθήνα) με τον τίτλο "Ιστορία του γλωσσικού μας ζητήματος".
Από την "Ιστορία του γλωσσικού μας ζητήματος" παραθέτουμε τις απόψεις του για την ορθογραφία, (σσ.204-209 από τη 2η εκδ., Μπουκουμάνης, Αθήνα 1973), όπου ο Κορδάτος εξετάζει τηn υιοθέτηση της "ιστορικής ορθογραφίας" ως κομμάτι του γλωσσικού ζητήματος και τάσσεται υπέρ της ορθογραφικής μεταρρύθμισης με την υιοθέτηση της φωνητικής γραφής, θέση που υιοθέτησε και το ΕΑΜ.
---------------------------
Η δημοτική και η ιστορική ορθογραφία[1]
Με τη διγλωσσία κληρονομήσαμε κ' έναν άλλο μπελά. Την ιστορική ορθογραφία. Είτε στην καθαρεύουσα γράφουμε, είτε στη δημοτική, δε γράφουμε τις λέξεις όπως τις λέμε, μα βάνουμε σε κάθε λέξη μερικά μπιχλιμπίδια, τόνους, πνεύματα. Και ξεχωρίζουμε τα γράμματα σε μακρά και βραχέα φωνήεντα, σε διπλά σύμφωνα κλπ. Βέβαια, μια φορά κ' έναν καιρό, όταν εφαρμόστηκε το ιωνικό αλφάβητο (5ος προ της χρονολογίας μας αιώνας), οι λέξεις δεν προφέρονταν στην ομιλία όπως τις προφέρουμε σήμερα. Π.χ. υιός σήμερα προφέρεται: γιός ή και στην καθαρεύουσα: ιός, μα στην αρχαία εποχή θα προφέρονταν κάπως αλλιώτικα, για να υπάρχει αυτό το: υι-ός.
Κοντά λοιπόν στη διγλωσσία, υπάρχει και το ορθογραφικό ζήτημα. Βέβαια, το ζήτημα αυτό δεν το έχουμε μονάχα εμείς. Και στους άλλους λαούς η ιστορική ορθογραφία, λίγο πολύ, υπάρχει (Αγγλοσάξωνες, Γάλλους, Σλάβους, Τούρκους, Άραβες κλπ.). Μα έγιναν αλλού πολλές απόπειρες για την κατάργησή της. Η Τουρκία (1926), όχι μόνο ψήφισε για επίσημη γραφτή τη λαϊκή γλώσσα[2], μα κατάργησε και το αραβικό αλφαβητάριο για να το αντικαταστήσει με το λατινικό.
Σε μας, για το παρόν, τέτοιες μεταρρυθμίσεις φαίνονται σα μακρινό όνειρο. Άλλοι τρομάζουν. Και άλλοι τις παίρνουν για παλαβομάρες. Εξάλλου, βαστούν ακόμα οι προλήψεις, που κάθε τόσο συστηματικά τις καλλιεργεί η αστική τάξη, για να εμποδίσει με κάθε μέσο και με κάθε τρόπο το φώτισμα των μαζών.
Ωστόσο, το ορθογραφικό ζήτημα δεν πρώτη φορά που απασχόλησε τους ειδικούς. Πριν από το Φιληντά και τον Τριανταφυλλίδη, από τον Ψυχάρη, τον Πάλλη και τον Βλαστό, κι άλλοι ασχολήθηκαν μ' αυτό.
Τι σχέση μπορεί να έχει το παλιό, το ιωνικό αλφάβητο με το σημερινό; Αυτό είναι το ζήτημα.
Πρώτα πρώτα, οι αρχαίοι Έλληνες είχαν μόνο κεφαλαία γράμματα και δεν είχαν μικρά. Όλες οι επιγραφές και όλα τα βιβλία τους ήταν γραμμένα με κεφαλαία. Τόνοι λοιπόν και πνεύματα δεν υπήρχαν. Εκείνο που είναι σωστό, είναι τούτο: οι αρχαίοι Έλληνες πρόφεραν τις λέξεις πολύ διαφορετικά από μας. Είχαν, όπως είπαμε, μακρά και βραχέα φωνήεντα και στην κουβέντα τους πότε έσερναν την προφορά του α ή και του η και πότε την έκοβαν. Είχαν δηλαδή μουσικό τονισμό. Γι' αυτό ο Γ. Χατζηδάκης πολύ σωστά σε μια ανακοίνωση του στην Ακαδημία τόνιζε:
"Μη νομίζετε, ότι οι τόνοι και τα πνεύματα είναι αρχαία κληρονομία μας. Οι
αρχαίοι δεν μετεχειρίζοντο ούτε τόνους ούτε πνεύματα. Τα πνεύματα και οι
τόνοι επενοήθησαν όταν εχάθη το αίσθημα του μακρού και του βραχέος.
Σήμερον επομένως εγώ, που δεν έχω την αίσθησιν αυτήν, δεν ενδιαφέρομαι
να μάθω, αν ένα φωνήεν είναι μακρόν? Το μόνον που ενδιαφέρομαι να
μάθω, είναι να γνωρίζω, ποιον είναι το τονιζόμενον γράμμα. Ένας τόνος
επομένως ή ένα στίγμα επί του τονιζόμενου γράμματος μου αρκεί. Σήμερον,
εις την εποχήν του τηλεγράφου, του αυτοκινήτου και του αεροπλάνου, ο
καιρός μας είναι τόσο πολύτιμος, ώστε να μη μας περισσεύει για παρόμοια
μπιχλιμπίδια." (Βλ. πραχ. εφ. «Εστία», 24 Φλεβάρη 1929).
Μα, θα μας πουν και το λένε κάθε τόσο, όλη η αρχαία φιλολογία των προγόνων μας είναι γραμμένη με βάση το αρχαίο ιωνικό αλφάβητο. Αυτό είναι το σωστό. Μα επειδή εμείς σήμερα κρατούμε το ιωνικό αλφάβητο, μπορούμε να νοιώσουμε και να μελετήσουμε τους κλασσικούς; Ή, πάλι, επειδή οι Γερμανοί, οι Γάλλοι, οι Ιταλοί κλπ., έχουν άλλη γλώσσα και άλλο αλφάβητο, αυτοί πρέπει να είναι καταδικασμένοι για πάντα να μην πάρουν ποτέ τους είδηση τι έγραψαν, τι είπαν, τι περιέγραψαν, τι τραγούδησαν οι αρχαίοι;
Και όμως στην πραγματικότητα δε συμβαίνει αυτό. Οι ξένοι (όσοι βέβαια πάνε στα ανώτερα σχολεία) ξέρουν πολύ καλύτερα από τους Έλληνες και την αρχαία μας την ιστορία και μερικοί από δαύτους είναι και ξακουστοί ελληνιστές, που παίζουν στα δάχτυλά τους τα αρχαία κείμενα.
Η κατάργηση λοιπόν της καθαρεύουσας, καθώς και της ιστορικής ορθογραφίας, σε τίποτα δε θα μας βλάψει. Ίσα ίσα θα έχουμε και μεγάλο κέρδος, γιατί τα σχολεία (αυτά τέλος πάντων που είναι) θα έχουν κέρδος τα τρία τέταρτα του χρόνου που ξοδεύεται για τη νεκρή γραμματική και ορθογραφία και, κατ’ ανάγκη, θα τονε διαθέσουν για άλλα πράγματα. Γι’ αυτό, το ορθογραφικό ζήτημα, όσο κι αν φαίνεται σαν παρακατιανό μπροστά σε άλλα ζητήματα, είναι πολύ σοβαρό και πολύ σπουδαίο. Η τέτοια λύση του μας ενδιαφέρει και πρέπει να μας ενδιαφέρει πολύ.
Πριν από το Εικοσιένα, στα χρόνια της Ενετοκρατίας (17ος αιώνας), η Κρήτη άρχισε να παραδέχεται στη γραφτή γλώσσα το λατινικό αλφάβητο.
Μάλιστα - ας μην ξαφνιαστεί ο αναγνώστης μου -, και λογοτεχνικά έργα με αξία γράφτηκαν με το λατινικό αλφάβητο. Η «Ερωφίλη», το αρκετό γνωστό δράμα του Χορτάτζη, γράφτηκε με βάση το λατινικό αλφάβητο και όχι το ελληνικό. Επίσης και πολλά συμβολαιογραφικά έγγραφα συντάσσονταν μ’ αυτόν τον τρόπο.
Να για παράδειγμα ένας στίχος από την «Ερωφίλη»:
Tσ' όποιος εγέλα το ταχύ, κλαίγει πριχού βραδιάσει.
Chie opios egiela to taghi, clegi prighu vradhiassi.
Μα το ορθογραφικό, σαν ένα ζήτημα που ενδιαφέρει το λαό και μπορεί να έχει έμμεση βοηθητική επίδραση στη μόρφωσή του, αντικρύστηκε από το Βηλαρά[3] στα 1814. Ο Βηλαράς καταργούσε το ω και το υ από το αλφάβητο και ήθελε μόνο 23 ψηφία. Βέβαια, η ορθογραφική μεταρρύθμιση του Βηλαρά δεν έλυνε οριστικά το ζήτημα της κατάργησης της ιστορικής ορθογραφίας. Ίσως μάλιστα και το μπέρδευε. Ήταν όμως μια καλή αρχή. Μα του Βηλαρά οι γνώμες δεν έγιναν δεχτές. Αφού δεν λύθηκε το γλωσσικό, δεν ήταν δυνατό να γίνουν μεταρρυθμίσεις στην ορθογραφία. Το ένα θα φέρει το άλλο.
Πολλά χρόνια ύστερα, ξανάγινε θόρυβος για τη μεταρρύθμιση (απλοποίηση) της ορογραφίας από το Φαρδύ (1884) και τον Ισιδ. Σκυλίτση[4] (1886). Κι αργότερα από τους Εμίλ. Εβρότα, Αλ. Πάλλη, Βλαστό και Ψυχάρη.
Μα εκείνος που μελέτησε συστηματικά το ορθογραφικό μας ζήτημα και το ανάλυσε επιστημονικά και ιστορικά, είναι ο Μ. Τριανταφυλλίδης. Η μελέτη του «Η ορθογραφία μας» σχεδόν εξαντλεί το θέμα στην ιστορική του άποψη και μας δίνει μια πολύ καλή μονογραφία πάνω στο ζήτημα αυτό. Μα στα συμπεράσματά του (στο σύστημα που προτείνει ο Τριανταφυλλίδης) φαίνεται πολύ συντηρητικός. Κρατάει πολλά από τη γλωσσική παράδοση. Ο γλωσσολόγος Φιλήντας σ’ αυτό δεν τον ακολουθεί. Είναι ριζοσπαστικότερος και προτείνει ριζική απλοποίηση της ιστορικής ορθογραφίας μας.
«Τα ημίμετρα ο κόσμος δεν τα προσέχει - γράφει - · ένας είναι ο αληθινός
δρόμος, η ριζική μεταρρύθμιση.»
Να λοιπόν τι προτείνει ο Φιλήντας:
α) Κατάργηση των η, υ, ει, οι, υι· αντίς γι' αυτά το ι είναι αρκετό. β) Κάτω το ω, δε χρειάζεται· ένα ο φτάνει. Μακρά και βραχέα δεν υπάρχουν σήμερα. γ) Το υποταχτικό υ των αρχαίων διφθόγγων θα το γράφουμε όπως προφέρνεται φ ή β = αφτός, άβριο, εφτίς κλπ. δ) το αι δεν χρειάζεται, το ε φτάνει. ε) Το ξ και το ψ σήμερα είναι άχρηστα, να τα αντικαταστήσουμε με το κς και πς. στ) Να λείψουν τα δίψηφα ου, τς, τζ (για το ου έχουμε το φθόγγο u). ζ) Να καταργηθεί το διπλό γράψιμο του σ (σ και ς), ένα είναι αρκετό[5]. Και η) Να καταργηθούν τα πνεύματα και οι τόνοι (δασεία, ψιλή, περισπωμένη, οξεία, βαρεία).
Κι ο Φιλήντας προσθέτει[6]:
«Η γραφική μεταρρύθμιση, που υποδείχνουμε πιο επάνω, είνε η τελειωτική,
είνε η ιδανική, να πούμε. Αφτή μπορούσε να γίνει αμέσως, αν η κοινωνία
των ανθρώπωνε δεν είταν ένα συντηρητικό καθεστώς, αν το Κράτος
αποτελούνταν από ανθρώπους φωτισμένους, αν οι Μανταρίνοι δεν
διέφτυναν την πνευματική κίνηση των εθνώνε.»
Η κίνηση γύρω στην ορθογραφική μεταρρύθμιση ζωήρεψε. Ύστερα από το Φιλήντα είπε τη γνώμη του και ο Ελισαίος Γιαννίδης· διατύπωσε και αυτός ένα δικό του απλοποιημένο σύστημα και το εφάρμοσε κιόλας σε μερικά του βιβλία.
Μα και ο Χατζηδάκης πήρε μέρος στη συζήτηση και αυτή τη φορά δε στάθηκε αντιδραστικός. Να και μια σωστή πράξη της ζωής του. Μίλησε, όπως είπαμε, στην Ακαδημία το 1929 για το ορθογραφικό ζήτημα και πρότεινε την τονική απλοποίηση, τονίζοντας πως οι τόνοι και τα πνεύματα δεν είναι αρχαία κληρονομία. Και άλλοι ακόμη καθηγητές τάχτηκαν με την άποψη πως πρέπει να καταργηθούν οι τόνοι και να απλοποιηθεί η ορθογραφία μας. Ο πολύς μάλιστα αρχαιολόγος Χρ. Τσούντας από το 1913 τόνισε πως:
«Χάριν της απλοποιήσεως της ορθογραφίας ημών, δέχομαι αδιστάκτως την
κατάργησιν των τόνων και των πνευμάτων? Σήμερον προ πάντων έχομεν
υπέρτατον καθήκον εθνικόν να καταστήσωμεν την διδασκαλίαν της νέας
Ελληνικής γλώσσης όσον το δυνατόν ευκολωτέραν.» (Βλ. «Δελτίο Εκπαιδ.
Ομίλου, τ. 3 [1913], σ.326).
Επίσης και οι καθηγητές Γ.Σωτηριάδης, Κ. Παπαδάκης, Κ. Ρωμαίος και πολλοί άλλοι, είπαν καθαρά τη γνώμη τους πως οι τόνοι για τα παιδιά είναι μεγάλος μπελάς και δε χρειάζονται.
[1] Στην ιστορική ανάπτυξη συμβουλευόμαστε το σχετικό βιβλίο του Τριανταφυλλίδη: Η ορθογραφία μας· και του Μ. Φιλήντα: Η ορθογραφία (Δ.Ε.Ο., 11, 1923-1924)· και του ίδιου: Σωστή γραφή, Αθήνα 1926. Τώρα τελευταία ο Ελ. Γιαννίδης («Αναγέννηση», φύλ. 6-7, 1927) δημοσιεύει μια ειδική μελέτη για το ζήτημα της ορθογραφίας και κυρίως για το ζήτημα της τονικής μεταρρύθμισης, στο βάθος όμως συντηρητική.
[2] Οι γλωσσικές μεταρρυθμίσεις, που κάνει η σύγχρονη Τουρκία (μεταπολεμική περίοδο), από μερικούς κουφιοκεφαλάκηδες ιδεαλιστές, αποδίδονται στον Κεμάλ και μόνο σ' αυτόν. Μα δεν είν' έτσι. Σήμερα η Τουρκία περνάει την αστική της επανάσταση. Γι’ αυτό χτυπάει αλύπητα και γκρεμίζει όλους τους θρησκευτικοκοινωνικούς φεουδαρχικούς θεσμούς (μεταρρύθμιση νομοθεσίας, χτύπημα της εκκλησιαστικής κλίκας, εισαγωγή ευρωπαϊκών θεσμών κλπ.). μόνο έτσι εξηγιένται αυτά που έκανε ο Κεμάλ. Ο πόλεμος ο αμείλιχτος της σημερινής αστικής τάξης της Τουρκία ενάντια σε κάθε φεουδαρχικό θεσμό κι ακόμα ενάντια και στους θρησκευτικούς, αλλοιώτικα δεν μπορεί να εξηγηθεί.
[3] Κοίτ. Βηλαρά: Φιλολογικές γραφές, περιοδ. «Προπύλαια», Ι (1900-1908), σ. 186-187.
[4] Και οι δυο τους ήταν κατά τα άλλα καθαρευουσιάνοι. Ο πρώτος καταργούσε τόνους και πνεύματα, ο δεύτερος τη βαρεία και την ψιλή.
[5] Αντίς να μείνει το ς, που προτείνει ο Φ., να αντικατασταθεί με το λατ. s λέω εγώ. Π.χ. αντίς: γλώσσα ή γλόςα, να γράφουμε: γλόsα.
[6] Κοίτ. «Δελτ. Εκ Ομ.», 11 (1923-1924), σ.227?.
20 σχόλια:
αχ αφτοs o Κορdατοs κε ι αναλιsιs τu! αμαν πγια!
Εξαιρετικά ενδιαφέρον. Εγώ πιο πολύ θα σταθώ στο θέμα των τόνων, όπου με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τελικά γίναμε όλοι ιστολογικώς εξπέρ. Δηλαδή είχαμε φτάσει στις αρχές του 20ού αιώνα να θεωρείται κοινός τόπος (και για τους ελάχιστα ριζοσπαστικούς ακόμα) η ανάγκη για κατάργηση του πολυτονικού -τουλάχιστον- και το συζητάμε ακόμα με επιφυλάξεις και με νοσταλγίες. Είναι σαφής η στροφή προς τα πίσω τελικά. Σήμερα έπιασα εκφωνητή της ΝΕΤ (τον Προκόπη Δούκα, που μοιάζει προοδευτικούλης στα γραπτά του) να αυτοδιορθώνεται και το "γενιές" να το κάνει με αιδώ "γενεές".
αντε ελπιζω συντομα να δειτε το φως το αληθινο και να κοψετε και το μονοτονικο...
Πράγματι, το απόσπασμα αυτό δείχνει ότι η ιδέα μιαw ευρύτατης ορθογραφικής μεταρρύθμισης είχε ωριμάσει στο Μεσοπόλεμο. Η κατάργηση του πολυτονικού ήταν μόνο ένα τμήμα αυτής της προσπάθειας.
Το κείμενο του Κορδάτου δείχνει επίσης ότι το επαναλαμβανόμενο επιχείρημα των νοσταλγών του πολυτονικού, πως η καταργησή του ψηφίστηκε βιαστικά και για να εξυπηρετήσει τους εκδότες, δεν έχει καμία βάση. Η ορθογραφική μεταρρύθμιση είναι μια συζήτηση που ξεκινά από το Βηλαρά τουλάχιστον και βλέπουμε ότι έχει ωριμάσει στο Μεσοπόλεμο. Και αυτό δεν αφορά μόνο τους μαρξιστές όπως ο Κορδάτος, που πάντως είχαν και αυτοί μεγάλη απήχηση, π.χ. στους δημοτικιστές δασκάλους.
s_g, πιστεύω ότι είναι ανάγκη να μπουν και τέτοιες προτάσεις στη συζήτηση. Και γιατί έχουν και σήμερα μια επικαιρότητα αλλά και για να φανεί καθαρά ότι η κατάργηση του πολυτονικού είναι μια παρονυχίδα μπροστά στο τι θα ήταν μια ολοκληρωμένη και ριζοσπαστική ορθογραφική μεταρρύθμιση.
Και για ένα ακόμα σκοπό: τέτοιες προτάσεις δεν προέρχονται από τίποτα υποταγμένους στην παγκοσμιοποίηση, τον ιμπεριαλισμό κλπ. αλλά αντίθετα αποτελούν αναπόσπαστο, ιστορικό κομμάτι του δημοτικιστικού κινήματος και γενικότερα της ριζοσπατικής σκέψης στην Ελλάδα.
Επειδή με ξένισε το ύφος του αποσπάσματος που αποδίδεται στον Γ. Χατζιδάκι (μα να χρησιμοποίησε ο ισοβίως καθαρεύων καθηγητής τη λέξη «μπιχλιμπίδια» σε ανακοίνωσή του προς την Ακαδημία Αθηνών;) το έψαξα λίγο και: Αυτή του η ανακοίνωση δεν δημοσιεύτηκε. Απλώς, στις 23 και 24 Φεβρουαρίου 1929 ο Παύλος Νιρβάνας έδωσε στην Εστία («Η ορθογραφία μας» και «Η απλοποίηση του τονισμού») μία δική του περίληψη των λεγομένων του Χατζιδάκι. Στη βιογραφία του Χατζιδάκι (εκδ. Ακαδημίας Αθηνών) αναφέρεται ότι είχε προτείνει τότε την εγκατάλειψη του πολυτονικού μόνο για τα «κατώτατα σχολεία». Κι εγώ αυτή ξέρω ότι ήταν η θέση του στο ζήτημα (καθιέρωση, για διδακτικούς λόγους, του μονοτονικού στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση), οπότε διατηρώ τις επιφυλάξεις μου για το αν τα είπε στην Ακαδημία έτσι όπως τα μεταφέρει ο Κορδάτος.
Να πω, επίσης, ότι διάβασα χαμογελώντας το σχόλιο του τελευταίου («Να και μια σωστή πράξη της ζωής του») για τον θεμελιωτή της γλωσσολογικής επιστήμης στην Ελλάδα. Άλλοι κομμουνιστές-δημοτικιστές (όπως ο Βάρναλης), που τον είχαν γνωρίσει και ως καθηγητή, αναφέρονται με πολύ μεγαλύτερο σεβασμό στο πρόσωπο και στο έργο του.
Αυτά για την ιστορία. Ήθελα να σχολιάσω και κάποια άλλα πράγματα, αλλά ο χρόνος πιέζει.
...καλό κάποια στιγμή θα ήταν να τεθεί και το θέμα της ορθοφωνίας, εκείνα τα «ξερά» αγγλοσαξωνικά «μπ» και «ντ» μέσα στις συλλαβές μιας λέξης είναι όντως κακόηχα.
Πράγματι, το απόσπασμα αυτό δείχνει ότι η ιδέα μιας ευρύτατης ορθογραφικής μεταρρύθμισης είχε ωριμάσει στο Μεσοπόλεμο. Η κατάργηση του πολυτονικού ήταν μόνο ένα τμήμα αυτής της προσπάθειας.
Valentin, εγώ δεν βλέπω να προκύπτει κάτι τέτοιο από αυτό το απόσπασμα. Ότι δηλ. υπήρχε κάποιο ευρύτατο αίτημα για αυτό που χαρακτηρίζεις ως "ολοκληρωμένη και ριζοσπαστική ορθογραφική μεταρρύθμιση"- για κατάργηση, με άλλα λόγια, της ιστορικής ορθογραφίας. Αν εξαιρέσεις τις ελάχιστες ?και πασίγνωστες, έτσι κι αλλιώς- περιπτώσεις που αναφέρει ο Κορδάτος, τέτοια ακραία αιτήματα ουδέποτε έτυχαν άξιας λόγου αποδοχής. Αντίθετα, μάλιστα, προκαλώντας ανασφάλεια και ανησυχία στην κοινωνία, συνέβαλαν στην καθυστέρηση και εκείνων των λογικών ορθογραφικών μεταρρυθμίσεων που αρκετοί εκείνη την εποχή τις έβλεπαν όντως θετικά. Ευτυχώς, χάρη σε μετριοπαθείς δημοτικιστές όπως ο Τριανταφυλλίδης, προωθήθηκαν τελικά οι αλλαγές που οδήγησαν σε έναν ικανοποιητικό ορθογραφικό συμβιβασμό μεταξύ παράδοσης και χρηστικότητας.
Επειδή, πάντως, έχω δει ότι η εδώ επιχειρηματολογία στο θέμα του πολυτονικού εστιάζεται στην αποσύνδεσή του από αυτό της ιστορικής ορθογραφίας, μου κάνει εντύπωση η προβολή απόψεων (υπέρ της φωνητικής γραφής ή, ακόμη, και του λατινικού αλφαβήτου) που συνήθως τις παραθέτουν όσοι θέλουν να δείξουν το αντίθετο.
@armiriki. Tο θέμα που αναφέρεις δεν είναι, νομίζω, ζήτημα "ορθοφωνίας" αλλά αλλαγής στη γλώσσα (που, όσο γνωρίζω, δεν είναι ζήτημα επιρροής από τα αγγλικά) και διαλεκτικής ποικιλίας στην ελληνική, δηλ. άλλα τα λένε "ξερά" (χωρίς έρρινο πριν δηλαδή) και άλλοι όχι.
@hominid. Για τον Χατζιδάκι νομίζω ότι το να αναφέρει κανείς ότι στα γλωσσικά θέματα κράτησε μια ιδιαίτερα συντηρητική στάση και αδίκησε και τις γλωσσολογικές του ικανότητες είναι κάτι απόλυτα αναγκαίο. Πρέπει να λέγονται ανοιχτά καποια πράγματα για τον κατα τα άλλα ιδρυτή της επιστημονικής γλωσσολογίας στην Ελλάδα και σημαντικό νεογραμματικό γλωσσολόγο.
Δεν πιστεύεις ότι η ιδέα μιας ευρύτατης ορθογραφικής μεταρρύθμισης είχε ωριμάσει στο Μεσοπόλεμο. Αν εννοείς, hominid, ότι δεν είχε γίνει πλειοψηφική, συμφωνούμε. Αλλά είναι σαφές ότι ήταν ένα υπαρκτό, σημαντικό ρεύμα. Αυτό φαίνεται από την υποστήριξή της από το Γληνό και από το ΕΑΜ, που είχαν βέβαια σημαντική απήχηση.
Εμείς εδώ τουλάχιστον δεν έχουμε υποστηρίξει, από όσο θυμάμαι, ότι άλλο πράγμα το πολυτονικό και άλλο πράγμα η -υπόλοιπη- ιστορική ορθογραφία, αν και ξέρω ότι είναι ένα επιχείρημα που χρησιμοποιούν όσο υποστηρίζουν το μονοτονικό. Η "ιστορική ορθογραφία" γενικά και όχι μόνο το πολυτονικό δεν είναι και τόσο ιστορική όσο ισχυρίζεται.
Το ζήτημα που θίγεις ότι οι μετριοπαθείς πείθουν και οι "ακραίοι" φοβίζουν και δε φέρνουν αποτέλεσμα είναι πολύ ενδιαφέρον. Αλλά δεν έχουν καθόλου έτσι τα πράγματα. Οι μεταρρυθμίσεις που συχνά εφαρμόζονται από τις κυβερνήσεις είναι αποτέλεσμα της πίεσης από ριζοσπαστικά μεταρρυθμιστικά κινήματα. Για να αποφευχθεί όμως το μεγάλο κακό της πραγματικής μεταρρύθμισης επιλέγεται κάτι συμβιβαστικό και πιο αποδεκτό στα υπάρχοντα πλαίσια.
Και η περίπτωση της καθιέρωσης της δημοτικής το 76 είναι μια τέτοια περίπτωση. Είναι μια μεταρρύθμιση που έγινε μαζί με άλλες (όπως η νομιμιποίηση του ΚΚΕ κλπ.) στη γενικότερη λογική της συγκράτησης της μεταπολιτευτικής άνθησης του προοδευτικού χώρου μετά από την απονομιμοποίηση των παραδοσιακών θεσμών εξουσίας με τη Δικτατορία.
Αντίστοιχα, είναι με όλες αυτές τις ριζοσπαστικές προτάσεις για ορθογραφική μεταρρύθμιση που το μονοτονικό έφτασε να φαντάζει μια λογική, μετριοπαθής και αναπόφευκτη αλλαγή.
Πιστεύω γενικότερα ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε να προτείνουμε πράγματα για να μη μας πούνε ακραίους. Ο ριζοσπαστικός λόγος όταν έχει συνοχή και επιχείρημα είναι πολύ πιο πειστικός και αποτελεσματικός από την όποια υποτιθέμενη μετριοπαθή πρόταση που όμως δεν αντιμετωπίζει πραγματικά τα ζητήματα.
Επειδή, πάντως, έχω δει ότι η εδώ επιχειρηματολογία στο θέμα του πολυτονικού εστιάζεται στην αποσύνδεσή του από αυτό της ιστορικής ορθογραφίας, μου κάνει εντύπωση η προβολή απόψεων (υπέρ της φωνητικής γραφής ή, ακόμη, και του λατινικού αλφαβήτου) που συνήθως τις παραθέτουν όσοι θέλουν να δείξουν το αντίθετο.
Υπάρχουν δύο ειδών επιχειρήματα κατά του πολυτονικού:
α) δεν είναι απαραίτητο -αλλά αντιθέτως μάλλον παροδηγητικό- για να τηρήσεις "ιστορικές αρχές" στη γραφή και να είσαι πιστός στην "ετυμολογική ορθογραφία".
β) τα τονικά σημάδια δεν έχουν καμιά φωνητική αξία, όπως άλλωστε και γενικότερα η ιστορική ορθογραφία στο μεγαλύτερο μέρος της.
Και τα δύο επιχειρήματα είναι απολύτως αληθινά. Εξαρτάται σε ποιο αντεπιχείρημα απαντάς κάθε φορά. Στο περιγλώσσιο, π.χ. χρησιμοποιήσαμε πολύ το πρώτο, για να φανεί πως το πολυτονικό δεν έχει ερείσματα ούτε καν σε μια συντηρητική αντιμετώπιση ζητημάτων γραφής. Για πολλούς ίσως αυτή η σύνδεση με την παράδοση της γραφής ήταν ένας τελευταίος παράγοντας -"συναισθηματικής" βεβαίως- προσκόλλησης στο πολυτονικό. Να όμως που ακόμα και κάτι τέτοιο δεν μπορεί να σταθεί. Σχολιάζοντας από αυτή τη σκοπιά το πολυτονικό, δεν μιλάμε για την ουσιαστικότερη αδυναμία του, την απόλυτη και παράλογη αναντιστοιχία του με την φωνητική πραγματικότητα της γλώσσας. Αυτή όμως η αναντιστοιχία χαρακτηρίζει ούτως ή άλλως και την ιστορική ορθογραφία εν γένει. Η απλοποίηση της ορθογραφίας είναι, κατά τη γνώμη μου, ένα άλλο ζήτημα -υπαρκτό βεβαίως.
Αυτό που διαπιστώνει, νομίζω, κανείς κοιτάζοντας τη σημερινή ορθογραφία, είναι ότι οι περισσότερες αλλαγές που έχουν γίνει καθιερώθηκαν ομαλά. Φέρνω για παράδειγμα την σταδιακή εξαφάνιση της υποτακτικής- μία σοβαρή αλλαγή, αυθαίρετη εν πολλοίς από πλευράς ιστορικής ορθογραφίας, που έπαυε την ορθογραφική διάκριση μιας έγκλισης υπαρκτής και στα νέα ελληνικά. Ε, λοιπόν, όχι μόνο επικράτησε στη χρήση, αλλά -σε αντίθεση με το πάντα φλέγον θέμα του πολυτονικού- δεν ασχολήθηκε και δεν ασχολείται άνθρωπος. Το ίδιο ισχύει και για επιμέρους ορθογραφικά ζητήματα, τα οποία (λιγότερο ή περισσότερο "επιστημονικά") λύθηκαν αθόρυβα στην πράξη. Οπότε μάλλον διαφωνώ με τον τρόπο που ο valentin ερμηνεύει (ως "αποτέλεσμα της πίεσης από ριζοσπαστικά μεταρρυθμιστικά κινήματα") αυτές τις αλλαγές. Μόνο στην καθιέρωση του μονοτονικού έπαιξαν κάποιο ρόλο τέτοιες πιέσεις και -συμπτωματικά άραγε;- είναι το μόνο ορθογραφικό ζήτημα που "ιδεολογικοποιήθηκε" και εξακολουθεί να πυροδοτεί αντιδράσεις.
Για την ιστορική ορθογραφία, που "δεν είναι τόσο ιστορική όσο ισχυρίζεται" (κατά τον valentin) και η απλοποίηση της οποίας είναι "ένα άλλο ζήτημα- υπαρκτό βεβαίως" (κατά τον τέττιγα) θα τους ζητούσα, με τη σειρά μου, να εκθέσουν κάποια στιγμή τις απόψεις τους αναλυτικότερα.
μιας έγκλισης υπαρκτής και στα νέα ελληνικά.
Έχω επιφυλάξεις για το αν η υποτακτική είναι μορφολογικά υπαρκτή (δηλ. διακριτή) στη ΝΕ. Μάλλον όχι, αλλά παρακαλώ να μιλήσει σχετικά κάποιος ειδικότερος.
δεν ασχολήθηκε και δεν ασχολείται άνθρωπος.
Χμ, έχω στο νου μου κάποιους που ακόμα ασχολούνται. Ίσως το ότι δεν έγινε τόσος θόρυβος οφείλεται ακριβώς στην απουσία μορφολογικής διαφοροποίησης.
Για την ιστορική ορθογραφία, που "δεν είναι τόσο ιστορική όσο ισχυρίζεται" (κατά τον valentin) και η απλοποίηση της οποίας είναι "ένα άλλο ζήτημα- υπαρκτό βεβαίως" (κατά τον τέττιγα) θα τους ζητούσα, με τη σειρά μου, να εκθέσουν κάποια στιγμή τις απόψεις τους αναλυτικότερα.
Εγώ προσωπικά θα ήμουν υπέρ ενός διαρκούς και σταδιακού εξορθολογισμού, ώστε να επιτευχθεί αν μη τι άλλο μια ομοιογένεια π.χ. στη σχολική χρήση, με κριτήρια την ευκολία στην εκμάθηση, την απλότητα και τη δυνατότητα μιας οικονομικής διατύπωσης ορθογραφικών κανόνων (χωρίς πολλούς σχολαστικισμούς, δηλαδή).
Αυτό, επίσης, homonid, που εσύ βλέπεις "ομαλά", άλλοι το βλέπουν "αργά και δυσκοίλια" και άλλοι "βίαια και εικονοκλαστικά". Είναι πολλοί αυτοί π.χ. που ακόμα γκρινιάζουν επίμονα υπέρ του (ούτως ή άλλως λανθασμένου) "τραίνου". Δεν υπάρχει μάλλον αντικειμενικός τρόπος να σχολιάσουμε την ταχύτητα και την αποφασιστικότητα στις γλωσσικές μας μεταρρυθμίσεις.
μιας έγκλισης υπαρκτής και στα νέα ελληνικά
Οι γλωσσολόγοι νομίζω λένε πως στη ΝΕ, από άποψη έγκλισης, υπάρχει μόνο [+προστακτική] και [-προστακτική]. Τα κλιτικά επιθήματα που χρησιμοποιούνται στην "υποτακτική" είναι βεβαίως ίδια με της "οριστικής", ενώ και το -σ- στην "υποτακτική αορίστου", π.χ. στο ιδρύ-σ-ω, είναι στοιχείο Όψης (ποιού ενεργείας) και όχι βέβαια έγκλισης.
Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι γιατί θα πρέπει να χαμηλώνουμε το επίπεδο της ευκρίνειας της επικοινωνίας "απλοποιώντας" τη γλώσσα. Για να καταλαβαίνουν οι πολλοί; Μα κάποιοι δεν θέλουν καν να καταλάβουν.
Αρνούμαι να δεχτώ και τη θέση ότι η "άρχουσα τάξη θέλει δύσκολη γλώσσα για να μην ανέβει το επίπεδο του λαού" - τη θεωρώ υπεραπλουστευμένη και ξεπερασμένη.
Tέττιξ, μην πιάσουμε τώρα τροπικότητες και ρηματικές όψεις. Διορθώνω, αν θες, τη διατύπωση σε «υπαρκτοί και στη ΝΕ τύποι της υποτακτικής». Οι τύποι της υποτακτικής αορίστου είναι μορφολογικά διακριτοί. Δεν υπάρχει, δηλαδή, τύπος οριστικής «ιδρύσει» για να πεις (όπως θα έλεγες για το «ιδρύει»), ότι ταυτίζεται με αυτόν της υποτακτικής και γι’ αυτό υιοθετείς την ορθογραφία του. Εν πάση περιπτώσει, αυτό το ανέφερα ως μία άξια λόγου ορθογραφική αλλαγή που καθιερώθηκε σταδιακά και σχετικά αθόρυβα.
Εγώ προσωπικά θα ήμουν υπέρ ενός διαρκούς και σταδιακού εξορθολογισμού, ώστε να επιτευχθεί αν μη τι άλλο μια ομοιογένεια π.χ. στη σχολική χρήση, με κριτήρια την ευκολία στην εκμάθηση, την απλότητα και τη δυνατότητα μιας οικονομικής διατύπωσης ορθογραφικών κανόνων (χωρίς πολλούς σχολαστικισμούς, δηλαδή).
Κατά τη γνώμη μου, οι βασικές αλλαγές που ήταν να γίνουν, έχουν γίνει ήδη και η ισχύουσα ορθογραφία είναι μάλλον «βατή». Ανάφερε όμως, αν θες, μερικά παραδείγματα, για να καταλάβω καλύτερα τι εννοείς.
Διορθώνω, αν θες, τη διατύπωση σε «υπαρκτοί και στη ΝΕ τύποι της υποτακτικής».
Κι εγώ κυρίως για τη μορφολογία λέω. Δεν βρίσκω να υπάρχουν ξεχωριστοί τύποι "υποτακτικής".
Οι τύποι της υποτακτικής αορίστου είναι μορφολογικά διακριτοί. Δεν υπάρχει, δηλαδή, τύπος οριστικής «ιδρύσει» για να πεις (όπως θα έλεγες για το «ιδρύει»), ότι ταυτίζεται με αυτόν της υποτακτικής και γι’ αυτό υιοθετείς την ορθογραφία του.
Θα έλεγα το ..."θα ιδρύσει". Δεν ήταν, για να το δούμε κι απ'την άλλη, μικρός παραλογισμός που γράφανε τύπους οριστικής με καταλήξεις υποτακτικής.
Κατά τη γνώμη μου, οι βασικές αλλαγές που ήταν να γίνουν, έχουν γίνει ήδη και η ισχύουσα ορθογραφία είναι μάλλον «βατή». Ανάφερε όμως, αν θες, μερικά παραδείγματα, για να καταλάβω καλύτερα τι εννοείς.
Λέμε ότι μας είναι "βατή", γιατί μιλάμε από τη σκοπιά αυτού που την έχει μάθει πια, λίγο έως πολύ. Κι εμένα μού είναι δύσκολο να σκεφτώ εδώ και τώρα συγκεκριμένα παραδείγματα. Νομίζω όμως ότι υπάρχουν ακόμα πολλές περιπτώσεις μεμονωμένων λέξεων, όπου αν μη τι άλλο θα ήταν χρήσιμη -για διδακτικούς κυρίως σκοπούς (που σημαίνει "με κάποιο κεντρικό σχεδιασμό")- μια ομογενοποίηση. (Δεν λέω δα και για φωνητική ορθογραφία, τον προαιώνιο μπαμπούλα της επισφαλούς εθνικής μας ταυτότητας) Πάντως, εντάξει, συμφωνώ, ότι το (οπωσδήποτε υπαρκτό) ορθογραφικό πρόβλημα της ΝΕ δεν είναι και το κύριο, ούτε θα πρέπει να αναχθεί σε πεδίο αντιπαραθέσεων.
Αυτό που διαπιστώνει, νομίζω, κανείς κοιτάζοντας τη σημερινή ορθογραφία, είναι ότι οι περισσότερες αλλαγές που έχουν γίνει καθιερώθηκαν ομαλά.
Δεν πιστεύω ότι το γλωσσικό ζήτημα γενικά και το ζήτημα της οθρογραφίας ειδικότερα λύθηκε στην Ελλάδα ομαλά. Το ότι τελικά μετά 200 χρόνια συγκρούσεις η δημοτική σήμερα όπως και κάποιες επιμέρους ορθογραφικές μεταρρυθμίσεις έχουν επικρατήσει πλήρως ή ότι συγκεκριμένα το 1976 δεν υπήρξαν σοβαρές αντιδράσεις δε σημαίνει ότι οι αλλαγές έγιναν γενικά ομαλά.
Η θέση των ανορθογραφιών είναι ότι η γλώσσα είναι πολιτκό ζήτημα (βλ. ανορθόγραφες σκέψεις). Άρα και το πολυτονικό και το πώς γράφουμε την υποτακτική (τη συντακτική υποτακτική της ΝΕ και όχι τη μορφολογική της αρχαίας) είναι πολιτικά και ιδεολογικά ζητήμα από μόνα τους και δεν τα "ιδεολογικοποιεί" κάποιος.
Η διαφορά ανάμεσα στην αλλαγή της ορθογραφίας της υποτακτικής και στην καθιέρωση του μονοτονικού ήταν σε ποια συγκυρία και από ποια κυβέρνηση έγιναν. Έτσι, π.χ. είναι άλλο πράγμα η καθιέρωση της δημοτικής να γίνεται από μια στροφή στο ίδιο το ιστορικό στρατόπεδο της καθαρεύουσας και είναι άλλο μια γλωσσική μεταρρύθμιση
όπως το μονοτονικό να γίνεται από από το αντίπαλο στρατόπεδο. Και βέβαια υπάρχουν και άλλες διαφορές που δεν είναι της ώρας.
Σίγουρα χρειάζεται να γράψουμε εκτενέστερα και πιο συγκροτημένα για το θέμα της ορθογραφίας και ορθογραφικής μεταρρύθμισης.
Ο στόχος όμως που ανεβάσαμε αυτό το κείμενο του Κορδάτου είναι για να θυμίσουμε μια εν πολλοίς ξεχασμένη πλευρά του ιστορικού δημοτικισμού και του ριζοσπαστικού του δυναμικού, το ζήτημα της ορθογραφικής μεταρρύθμισης. Ότι έμπαινε τέτοιο θέμα, πολύ ευρύτερο από την καθιέρωση του μονοτονικού, είναι άγνωστο σε ένα ευρύτερο, μη-ειδικό κοινό. Πρόκειται μάλιστα για απόψεις που είχαν ξεκάθαρα σημαντική απήχηση, αν και δεν επικράτησαν. Φαίνεται έτσι πόσο μερική, συμβιβαστική και άτολμη ήταν η καθιέρωση απλώς του μονοτονικού και επιμέρους αλλαγών όπως η ορθογράφηση της υποτακτικής.
Valentin, αναφέρθηκα στο θέμα της ορθογραφίας και όχι στο γενικότερο γλωσσικό ζήτημα. Θα επιμείνω ότι η μόνη από τις ορθογραφικές μεταρρυθμίσεις για τις οποίες μπορεί να ειπωθεί ότι υπήρξε άξια λόγου διαμάχη ήταν αυτή του μονοτονικού. Η νεότερη ορθογράφηση της υποτακτικής -η οποία κρίνεται αυθαίρετη, εν μέρει τουλάχιστον, και από γλωσσολόγους συναφών με τις δικές σου θέσεων- είχε αρχίσει να επεκτείνεται στη χρήση ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα. Επικράτησε σταδιακά και ομαλά, δεν την επέβαλε κανείς.
Επαναλαμβάνεις ότι απόψεις για "ριζικές" μεταρρυθμίσεις στην ορθογραφία είχαν άλλοτε "ξεκάθαρα σημαντική απήχηση". Από όσους αναφέρει ο Κορδάτος, μόνο ο Βηλαράς και ο Φιλήντας (απ' ό,τι ξέρω)τάσσονταν υπέρ της κατάργησης της ιστορικής ορθογραφίας. Θα προσθέσω και τους μεταγενέστερους Γληνό και Καρθαίο, που υποστήριζαν και την υιοθέτηση του λατινικού αλφαβήτου. Δεν βλέπω πώς τέτοιες μεμονωμένες περιπτώσεις τεκμηριώνουν την ύπαρξη "σημαντικής απήχησης" (και φυσικά εννοώ απήχησης, πρώτα απ' όλα, στον πνευματικό κόσμο της χώρας).
hominid, το θέμα της ορθογραφίας (όπως και των αρχαίων) δεν είναι ξεκομμένο αλλά είναι, νομίζω, τμήμα του γενικότερου γλωσσικού ζητήματος. Πάντως και ξεκομμένα να πάρουμε την ορθογραφία έχουν υπάρξει πολλές προτάσεις και αντεγκλήσεις και συγκρούσεις.
Για το κείμενο της Καρατζόλα που αναφέρεις λεει, όπως εγώ το κατάλαβα, ότι είναι βάσιμο ιστορικά που γράφεται με τον ίδιο τρόπο οριστική και υποτακτική, εκτός από τους μεσοπαθητικούς τύπους: θα λυθεί, να φανεί κ.ο.κ. Πάντως σύμφωνα με την Καρατζόλα, ούτε ο παλιός τρόπος γραφής του θα λυθεί/να φανεί με ήτα και υπογεγραμμένη είναι σωστός καθώς αυτοί προέρχονται από το απαρέμφατο.
Δεν πιστεύω πάντως ότι το κριτήριο για την oρθογραφία πρέπει να είναι η ετυμολογία. Όσοι προσπάθησαν να την εφαρμόσουν πραγματικά, πάντα έκαναν επιλογές από ένα παρελθόν που δικαιολογούσε πολλές γραφές, έκαναν αποσιωπήσεις, απλουστεύσεις και ομογενοποιήσεις για να είναι το αποτέλεσμα λειτουργικό. (βλ. και το άρθρο του Χάρη, Ο δράκως κι οι βαρκάροιδες Νέα 18.2.06, αλλά και τις ενστάσεις του Hominid)
Όσο για το θέμα της απήχησης, ο Γληνός π.χ. δεν είχε "απήχηση στον πνευματικό κόσμο της χώρας";
Σε κάθε περίπτωση, καθώς δε νομίζω ότι είναι ανάγκη να υπάρξει συμφωνία σε όλα τα τα ζητήματα της ιστορίας του γλωσσικού ζητήματος, πιστεύω ότι σε μια πρώτη φάση το κενρικό είναι να επισημανθεί ότι το απόσπασμα αυτό του Κορδάτου (όπως εξάλλου και γενικότερα η "Ιστορία του γλωσσικού μας ζητήματος") είναι ένα σημαντικό κείμενο που μπορεί και σήμερα να προκαλεί μια αναγκαία συζήτηση.
Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης (Άπαντα, τόμος Ζ', σελ. 374) γράφει: «Είναι πολύ πιο εύκολο, σχετικά πάντα, να κανονίσωμε μια φωνητική ορθογραφία ή ας είναι και την ιστορική της γλώσσας μας (αν αδιαφορήσωμε για την ευκολία στην εκμάθησή της), παρά να βρούμε μια βάση για την απλοποιημένη ιστορική, όπως επιχειρούμε να το κάμωμε. Εκτός από τη βαθμίδα που θα σταθούμε και τα κριτήρια που πρέπει να πάρωμε για γνώμονα και οδηγό, χρειάζεται και ένα γενικότερο γλωσσολογικό εναρμονιστικό αντίκρισμα κάθε φορά, καθώς και μια γνώση που δύσκολα την έχει ο καθένας που γράφει».
Το θέμα δηλ. είναι σε ποια βαθμίδα θα σταθούμε. Αφενός, η καθιέρωση της φωνητικής ορθογραφίας δεν είναι θέμα που μας απασχολεί σήμερα. Και κατά τη γνώμη μου σωστά δεν μας απασχολεί. Οποιαδήποτε άλλη γραφή π.χ. της λέξης ποιητικός, εκτός από την ετυμολογική, μόνο σύγχυση θα επέφερε. Το παιδί του Δημοτικού, που μαθαίνει σήμερα να διαβάζει και να γράφει, θα συνεχίσει να βλέπει γύρω του την παραδοσιακή γραφή, που βέβαια δεν είναι δυνατόν να εξαφανιστεί ως δια μαγείας.
Από την άλλη, άρθρα όπως του Χάρη δείχνουν ότι και η απόλυτη εφαρμογή της ετυμολογικής ορθογραφίας είναι ανέφικτη.
Άρα, καταλήγουμε σ'αυτό που γράφει ο Τριανταφυλλίδης: το ζήτημα είναι σε ποια βαθμίδα θα σταθούμε.
Το θέμα έχει πολλές πλευρές και δεν γίνεται να επεκταθώ πολύ. Θα αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα. Γράφει ο Χάρης:
«Το σχιζοφρενικότερο: αιμομιξία, αιμομίκτης κτλ. (Κρ., Μπ., Τρ.), ενώ: αναμειγνύω (Μπ., Τρ.), αναμιγνύω (Κρ.), αλλά ανάμεικτος-μεικτός (Τρ.), ανάμικτος-μικτός (Κρ., Μπ.), μείγμα-μείξη (Μπ., Τρ.), μίγμα-μίξη (Κρ.). Αλίμονο, αναγνώστη. Δηλαδή: πλάι στην κοινή αιμομιξία, στον Τρ. όλα με -ει, στον Κρ. όλα με -ι, στον Μπ. άλλα έτσι, άλλα αλλιώς (κάτω από το λ. «αναμειγνύω κ. αναμιγνύω» υπάρχει σχετικό σχόλιο, αλλά η λύση δεν παύει να είναι δυσεφάρμοστη)».
http://ta-nea.dolnet.gr/print_article.php?entypo=A&f=16421&m=R07&aa=1
Ειδικά στην περίπτωση αυτή, πώς λύνεται το πρόβλημα; Μήπως με την καθιέρωση διπλών γραφών;
Σίγουρα, η λύση τέτοιων προβλημάτων, η ανάγκη δηλ. ομογενοποίησης που ανέφερε και ο τέττιξ, είναι αναγκαία και νομίζω εφικτή. Αρκεί βέβαια να μην αρχίζουν πάλι να φωνάζουν όσοι δε θα τους αρέσει το αποτέλεσμα, επειδή αυτοί στο σχολείο τα είχαν μάθει αλλιώς. Και αναφέρομαι στη συζήτηση και σε προηγούμενο ποστ όπου η ετυμολογικά σωστή γραφή "τρελός" αντί "τρελλός" θεωρήθηκε βήμα προς τη φωνητική ορθογραφία.
Δημοσίευση σχολίου